30.8.09

ήταν δεν ήταν 5 η ώρα

-γεια σου θείο!
-τι κάνς ωρέ Δημητράκη, μωρ συ μεγάλωσες
-και θέριεψες;
-τι μολαγάς πάλι;
-τίποτα λέω...
-τι φτιάνετε εκεί στην Αθήνα;
-καλά, πότε εδώ πότε εκεί, ξέρεις...
-καλά είναι
-ντάξει και εδώ καλά είστε, εμένα μου αρέσει η φύση, το τσιμέντο μου την σπάει αλλά για την δικιά σας τη φάση με βλέπω στη σύνταξη
-ω καλά μέχρι τότε Μήτσο...
-τι;
-με πονάν μωρέ τα χέρια μου
-νέος είσαι ρε θείε ακόμα
-βαστάω, έτσι λένε οι γιατροί, αλλά από γιατρούς τι περιμένς, όλο καλά καλά, λένε
-τέλος πάντων, πως τα πας με την υγεία σου;
-το καλό που σου θέλω Δημητράκη να πας να κουρευτείς
-γιατί ρε θείε;
-είναι καλύτερα έτσι!
-γιατί;
-έτσι πρέπει και να πας να τα κουρέψεις είπα.
-ξέρεις καμιά καλή που να τα κόβει καλά;
-α μπα, εδώ τίποτα
-α στην Αθήνα ξέρουν
-ε εκεί ξέρουν
-αν ξέρουν λέει
-ωστέ ξέρουν ε;
-α μη σε νοιάζει εσένα τίποτα, για πες τίποτ άλλο, πάντως στο λέω το μαλλί δε το κόβω!
-αυτό που σου λεώ εγώ θα κάνς, και άντε τώρα μη με νευριάζεις γέρο άνθρωπο
-καλά δε σε νευριάζω
-να πας να ανέβεις στην κορφή εκεί απέναντι, εγώ έχω να πάω κάτι χρόνια, εκεί τα χουμε τα κοπάδια
-και πως πας εκεί;
-με τα ποδάρια σου μωρέ, ντιπ παλικάρ έγινες, θα παρς τον δρόμο ίσα και θα σε βγάλει
-πόση ώρα να ναι;
-α δεν ξέρω από ώρες εγώ, να κοιτάξς να γυρίσεις πριν πέσει ο ήλιος πίσω από την Πυραμίδα;
-γιατί εμείς που ξέρουμε τι καταλάβαμε;
-τι ξέρετε σεις λες;
-από ώρα μπάρμπα...
-από ώρα ε; δεν ξέρω γω, πρωί έφευγα νύχτα γύριζα και όταν με κτύπαγε ντύπ στα μάτια ο ήλιος την έβγαζα στα πλατάνια
-ωραία είν τα πλατάνια!
-θέλουν νερό μωρέ γαμώτο και δω πρώτη φορά έχει να βρέξ δυό μήνες
-κληματολογικές αλλαγές θείε
-τι είπες;
-έτσι μας το λένε στο κουτί που σου χει βάλει η θειά εκεί απέναντι
-α αυτό, μου το ανοίγει και εγώ πάω και το κλείνω
-καλό το κάνεις θείο!
-με ζαλίζ μωρέ
-εμένα δε με ζαλίζει αλλά καμιά ώρα θα πάει να κάνει παρέα με τις γαρδένιες
-όι μωρέ μη την πετάξς
-βλέπω στο ίντερνετ θείο ότι γουστάρω
-οχ τώρα με ζαλίζεις εσύ, μη μου λες και δεν καταλαβαίνω
-καλά, την άλλη φορά θα σου δείξω και θα καταλάβεις
-α δε μου χρειάζεται σίγα
-καλά όπως θές
-α και συ αυτό να κάνς, ότι σου χρειάζεται μόνο
-λες ε;
-άκου με που σου λέω γω, κάτι ξέρω
-καλά τα λές εσύ
-ήλιο να χεις να βλέπεις καθαρά, ακούς; α και να πας να κόψεις το μαλλί, θα πάρω τηλέφωνο και θα μάθω...
-α το τηλέφωνο το μαθες ε;
-έλα δω τώρα, αντε πάρε κι αυτά και άντε στην ευχή του θεού παιδί μ, άντε τράβα τώρα!

29.8.09

η κεραία

καλά τι έγινε;
αίσθηση αναισθησίας και οι ευαίσθητοι με τάσεις φυγής
όχι, όχι δεν είναι παραίτηση είναι απλά διαπίστωση
πως το ότι η Γη γυρίζει είναι μια πραγματικότητα που πρέπει να την αποδεχτείς
και αυτό είναι απλά ένα ξεκάθαρο παράδειγμα
βρε δε μπα να ελπίζεις ότι θέλεις
τι νομίζεις ότι οι ελπίδες είναι τούβλα και σφυριά;
βρε και τα στιχάκια σου τα ωραία να ακούς όλη μέρα παράσιτα θα κάνουν τα αυτιά σου γιατί η κεραία είναι στραβή
πως να την ισιώσεις; δεν ισιώνει, δεν σου μάθανε στο σχολείο για τις κρούσεις;
πέτα την και πάρε άλλη ίσια
πως να την πετάξεις όμως;
ο μεγάλος τα χει κατεβάσει τα ρολά και πέθανε
όσοι την πετάξανε ή πήγανε να την ισιώσουν αίματα γέμισαν τα χέρια τους καφτά και λιώσαν την κεραία και ας ήταν στραβή
μαγαζί με κεραίες ξέρει κανείς;

0+0=1

πάει να σπάσει η γλώσσα μου
και εγώ εδώ
δεν θα βγαίνουν και πάλι τα ξυραφάκια από το στόμα μου
μόνο λίγο νερό αφήνεται στην άφεσή του
[τα πορτοκαλί ακουστικά μπάλες για να τις σκάσω πάνω στη βιτρίνα τους]
4 αιώνες πέρασαν για να δώ το φώς
ξέρεις το είδα, και θα το ξαναδώ όχι μόνο στο 5ο στάδιο της κατάβασής μου στην πατρίδα μου, αλλά και σε όσα βλέπουν τα μάτια μου

σειρές με ακαταλαβίστικα σου και μου και λου (όχι το λου το καταλαβαίνω) για παν' ενδεχόμενο

και τα σήματα που περνάνε μη ταυτοποιημένα
δύσκολες οι ευθείες
πάνω από τους λαβύρινθους βλέπεις την έξοδο
όχι, όχι τίποτα πέρα από τον ουρανό και με σύννεφα τόσο το καλύτερο και μπλεγμένα πολύ να 'ναι και παθιασμένα και να ζηλεύουν πολύ τον ήλιο θέλω τόσο το καλύτερο


όχι για τη σάρκα και την εικόνα που φεύγει
για ότι μένει
και κάνει ανάποδη πορεία από το τέλος στην αρχή




{όλα καλά
και σε γκρίζους ουρανούς
ας θέλει αρετή και τόλμη
τουλάχιστον δεν έχει πάρει χου κι αυτή ακόμα}

27.8.09

ΟμμμμμμμμΜ


ότι κι αν σου πάει στραβά
δες το θετικά!
τι κι αν λιώνεις σε χαρτιά
αγαπάς αυτό που κάνεις κι έτσι όλα πάνε καλά!

κι αν δεν έχεις δέντρα ν' αναπνεύσεις
έχει και στην μακρινή ονειρική
πάρε άλλες υποσχέσεις
και αφέσου στη ροή

"δεν στο λεώ στ' αστεία
στα μικρά είναι όλη η ουσία"





{καλά ντάξ...}

24.8.09

ομίχλη

"στην αρχή ήταν το χάος
κι έπειτα έγινε φώς
και χωρίστηκε το φως από το σκοτάδι
κι η Γη από τη θάλασσα
κι έγιναν τα ποτάμια
και οι λίμνες
και τα βουνά
κ' ύστερα...
τα λουλούδια, τα δέντρα
τα ζώα, τα πουλιά...

αυτό το παραμύθι ποτέ δεν θα τελειώσει..."


τοπίο στην ομίχλη




πάντα έχω ανοιχτό ένα παράθυρο, ποτέ δεν κλείνει
περιμένωντας πάντα μια καινούρια αρχή
ένα επόμενο βήμα να δώσει αφορμές για συνέχεια

κάθε βήμα είναι ένα αύριο
κάθε σκέψη ένα χθές για ένα αύριο
και το τώρα μια γραμμή που πάνω της κυλάει μια αρχή που πάει να βρεί ένα τέλος

βαλίτσες με υπάρχοντα ανοίγουν αφού κλείσουν τα φώτα και εκεί αρθρώνεται ο λόγος του εδώ και του κάθε τώρα

πριν μια κίνηση πάντα θεατρική
τα βήματα για άλλους είναι άναρχα και γι άλλους αυστηρά καθορισμένα
όλοι όμως με βήματα περνάνε τα σύνορα
σε γη και θάλασσα κι ανέμους πάνω σε γραμμές-χορδές

τα πουλιά προσανατολίζονται με τ' άστρα και πάντα βλέπουν κέντρο και ορίζοντα
οι άνθρωποι ξεκίνησαν στο φως και γυρίζουνε στο χάος
και ο ορίζοντας χάος είναι μα για τα πουλιά υπάρχει και το κέντρο









{της ουτοπίας τα κλειδιά μη τα γυρέψεις
κάηκαν και τα δέντρα
και δεν θα χεις από που να πιαστείς για να φύγεις
στο ύστατο σ'αγαπώ}


22.8.09

ΆλφΑ (ύπαρξης)







π
άνω στις ανάγκες γίνονται τα πιο μετέωρα βήματα



[Δία για σένΑ]







{
Σήμερα έσταζε στα μαλλιά μου ο θάνατος
και η καύση του αύριο παιχνίδι δυστυχισμένων και δειλών}

21.8.09

ταράτσα


πως γυρεύεις την αγάπη να βρείς
και το φώς πως περιμένεις να δείς
σε μια ταράτσα ονείρου
πoυ σε τρυπάνε οι ριπές
στων ματιών τις παρυφές
ενός ατέρμονου αστείου

που ταξιδεύεις τώρα πές μου
ποιες γραμμές κυλούν στο χτές μου
σε ποιον ορίζοντα τα φώτα σβήνουν
και τα παράθυρα γιατί να κλείνουν

τα χέρια σου γράφουν σε κάρτες
ημερομηνίες κι άλλες απάτες
ακούς τον ήχο της σιωπής
σε ηλιόλουστα βράδυα βροχής

στρατιώτης τώρα το βλέμμα
να αντικρίζει με ένα τους νεύμα
ψηλά να κοιτά να προστάζει τον ήλιο
σ'αγαπώ σ'αγαπώ
να γι' αυτό θα φύγω





{
και χάρισμά τους όλα
διαλέγω εξορία
κάθε Άδη άνοιξης
Περσεφόνες αγαπώ εγώ
και με Κέρβερους κάνω παρέα}

19.8.09

19ος σταθμός



l
ay down
+1 και φύγαμε

τα βλέπεις πίσω τα σημάδια;
μη κοιτάς πίσω
μπροστά κοιτάζουν τα μάτια

φύση και θέση
εκεί που δείχνει ο ορίζοντας

ακούς;
τα πουλιά της δυστυχίας έπαψαν να κλαψουρίζουν

περνάς τις γραμμές
η δημιουργική σου θέση σε περιμένει
πάνω σε κάθε 4ο στοιχείο του W

ανεβαίνεις στο βατήρα
βουτιά
και τα πετράδια το ένα να μπαίνει σταθερά πάνω στο άλλο


14.8.09

εν

"Αγαπημένη
έλα να μοιραστούμε
τα δώρα που μου 'φερες"


Γιάννης Ρίτσος



τα σύννεφα των ουρανών καθώς θα φεύγει το βλέμμα μου θα λένε τ' όνομα σου
τα βράδια των κατακλυσμών θα μυρίζω τον αχό των κυμάτων που έσκαγαν στα μάτια μας καθώς ορίζαμε το δύο
τα τείχη που θα υψωθούν στο πέρασμά μου θα έχουν την υφή της Φορτέτζας και έτσι θα ξέρω τα βήματα για να τα ξεπεράσω
εδώ εδώ
όσο κρατάει η αλήθεια


Μισώ



Μ
ισώ τους δείκτες που όλο γυρνάνε
και δεν στέκουν ν' αγναντέψουν για μια στιγμή
τα λόγια που υποσχέσεις με κερνάνε
και τα μάτια που με ζωγραφίζουν σαν ρωγμή

Μισώ την κρίνη που μου γνέφει και μου στάζει
εικόνες μετέωρες να μου θυμήσουν μια σιωπή
τη θάλασσα της μοναξιάς που με δικάζει
κι όλου του κόσμου την ανέξοδη στοργή

Μισώ το μίσος όπως λέει το Λάμδα
και τα χαμόγελα που σπάνε σε κομμάτια
της ιντιφάντας μου την προπαγάνδα
που μου γεμίζει βασανιστικά τα μάτια

Μισώ τις ώρες που γίνομαι κενό
όταν δεν υπάρχω στο πρώτο ενικό
το χθές που γίνεται αναίτια πικρό στενό
και με κάνει να μη βλέπω και να μη γρικώ


4.8.09

πατριδα 1/2


η ζωή



γλυστράει από αγκανθώδες μονοπάτι



και ρέει μέχρι να βρεί τη θάλασσα
από χειμάρους περνά κι από στενά ρυάκια ζωγραφισμένα δίπλα σε χωμάτινους δρόμους με σπασμένα λιθάρια



μέσα σε μια πεταλούδα με ματιές σε κορφές κοφτερές



πέρνει φόρα και πετά


ανεβαίνει στα 2100



περνάει από τη σκοτεινή πλευρά



και χάνεται πίσω από κάποιο παράθυρο



πάντα όμως κοιτώντας ψηλά...




{ψηλά στην Κωστελάτα στα κρύα τα νερά...}


*οι φωτογραφίες είναι τραβηγμένες από μένα Θεοδώριανα Άρτας 2009