10.11.13

"αλλαγή πλεύσης και αποκατάσταση βλάβης"

"νοιώθω για πρώτη φορά μια καινούρια μέρα να απλώνεται μπροστά μου
άλλαξε η ροή
τα ανάποδα ήρθαν ορθά και τα τελευταία πρώτα
το τέλος μια αρχή και η αρχή ένα ακόμα τέλος

ίσως είναι λάθος
αλλά και ποιος δεν μετάνιωσε για κάτι που δεν έκανε
λυπάμαι μόνο για τις χαμένες μου στιγμές για όσα δεν έχω ζήσει
για όσα ίσως δεν ζήσω ποτέ"

είπα ένα βράδυ και τα μάτια μου βούρκωναν μπροστά στον φόβο ενός άγνωστου μετά
έκλεισα το φως και αποκοίμηθηκα
μετά από χρόνια ίσως δυο χείλη θα μου δείνουν το τελευταίο τους φιλί



9.11.13

Δέλτα Κάππα στο τετράγωνο

η αλήθεια είναι μέσα σου
εκεί που κάθε βήμα σου είναι και ένας μικρός αγώνας
μια πάλη απέναντι στο θέλω σου

που δεν αργεί να έρθει

οι ουρανοί είναι κοντά
και σαν άλλωτε πάλι γέμισαν με ζευγάρια βλέμματα
πάλι θα γυρίσεις και θα κοιτάξεις πίσω σου για τελευταία φορά

δεν ξέρω αν αυτός ο κύκλος έκλεισε αν θα ανοίξει αν έχει κλείσει
δεν είμαι εδώ
δεν είμαι εγώ

έπαψα να κοιτώ στο πάτωμα
έπαψα να σφίγγω τα δόντια μου
έπαψα να καίω τις μέρες μου πάνω σε ενα αύριο που δεν είναι δικό μου

ήρθες και έδωσες νόημα νήμα ζωής
ήρθες οπώς ποτέ άλλωτε
ήρθες και τίποτα δεν μπορεί να χωρίσει

21.9.13

καληνύχτα μάνα



μάνα έλα και ξεπροβόδισέ με
δώσε μου το τελευταίο σου φιλί
για τελευταία φορά απόψε κράτησε με
σήμερα χάθηκε για πάντα μια κραυγή

έπεσα δεν άντεξα μάνα τα χτυπήματα
με θέλαν κάτω μα εγώ γροθιά
σε φασίστες και συστήματα
που μας κάνουν αριθμούς μηδενικά

τον γιο σου σκότωσαν απόψε μάνα
το αίμα μου στην άσφαλτο καυτό
να κάψει τ’ άδικο να κάνεις τάμα
μη πάει χαμένο ακόμα ένα φευγιό



17.7.13

χάνοντας ενα κομμάτι



μικρόκοσμοι και μάτια σε λυγίζουν και σε σπάνε
ο καθρέφτης των άλλων μπροστά στα μάτια σου
ποιος είσαι, που πας και γιατί πονάς αυτή τη στιγμή
αυτή η ρωγμή αυτό τα μάτια τα μισά τα γυάλινα τα χαμόγελα τα σπασμένα τα πλαστικά
τα εύμορφα τα λόγια και ο πόνος των ανθρώπων που ξεσπάει
πρέπει να βγεις από αυτόν τον κόσμο να απαρνηθείς τα ενδότερα του
πρέπει να φύγεις μακριά άλλοι ορίζοντες μεγάλοι να κόβουν τη ματιά σου
που είναι η ευτυχία; γιατί τόσος πόνος;
βγάλε το χρόνο από το χέρι σου πέταξε τον στον πρώτο ντενεκέ που θα βρεις στον δρόμο σου
πέτα ότι σε κρατάει πίσω, βρες την αλήθεια που υπάρχει εκεί έξω και συνέχισε όπως τώρα να κάνεις τα όνειρα σου πραγματικότητα
έχεις κάνει πολλά και υπάρχουν χιλιάδες ακόμα που μπορείς να κατακτήσεις αφέσου στη ροη όπως σε πάει το κύμα σου
κάψε το ψέμα και αγάπησε όσο πιο πολύ μπορείς


{σε γραμμές ευθείες}
 

25.5.13

Σε δυο σκαλιά




Μου παν να κάτσω κάτω και να μη ρωτάω
άχνα μη βγάλω ποτέ μου και μιλιά
μα εγώ στη γύρα  μου ακόμα και περνάω
νύχτες με μάτια καρφωμένα στα σκαλιά

Μου παν να σκίσω και να κάψω τα παιδιά μου
νερό να κάνω το αίμα μου κι εγώ
με μιας να σβήσω για πάντα τη φωτιά μου
κι όσα μου δίναν λόγο μέχρι τώρα για να ζω

Και κει που πάλευα να βρω τον εαυτό μου
μια γυναίκα μες στο δρόμο μου με σταματά
κάτσε μου λέει κι άραξε μωρό μου
και στάσου να στα πω μια ντρέτα και ξερά

Πάρε βαθειά ανάσα και άκου με μικρέ
δυο χέρια έχεις μόνο μη φοβάσαι
ματωμένα η μάνα σου δεν τα θελε ποτέ
είναι γραμμένη ήδη η ζωή σου να θυμάσαι

Τράβα το δρόμο σου κι όπου σε βγάλει
η ζωή όταν δεν το περιμένεις πάντα σε κτυπά
πουτάνα η κοινωνία ποτέ σου δε σε κάνει
μόνο όσα έπραξες, η ζωή αυτά θα σου κρατά



13.4.10

χρόνια μετά


θ
υμάμαι ο ουρανός δεν φαινόταν ούτε τότε
και τα μάτια μάταια ψάχναν την όχθη του στο διάβα των ερώτων
κι ύστερα έφυγαν μακριά

πάνε χρόνια από τότε που φανάρι άναψε βαθιά μες στον ορίζοντα
και γέλια ακούστηκαν από την άκρη του κόσμου

απόψε νύχτα τούτο το βράδυ θα ναι δικό μας για πάντα
μετρώντας τα βήματα θα χάσουμε το λάθος
να γεννηθεί μια αρχή επικίνδυνη

που χρόνια μετά θα μετανιώσουμε







30.3.10

19 3/4


ο
ι λέξεις χαράσονταν στην πλάτη μου κάθε που μου ψυθήριζες την εικόνα του ήλιου καθώς χάνεται μέσα στα μάτια του κόσμου

μια ωκεάνια πηγή ανάβλησε τα όρια του δρόμου
μέσα στα αχανή φώτα της νύχτας και στις κραυγές των χεριών που λίγο φως να πιούν περιμένουν πριν τελειώσει και τούτη η άνοιξη

και αυτή η μορφή χάθηκε ξανά

τι κι αν η σκέψη περιπλανιέται μόνη, μόνη θα 'ναι μέχρι το πρωί στην ακτή να χαράξει ξανά εκείνες τις λέξεις

και μη νομίσεις, ήταν μόνο μια Νεφέλη εκείνη η άνοιξη



24.3.10

σκηνές



Κλώτσησε την πόρτα το φως έσβησε
τώρα τα μάτια θα τρέχουν στο παράθυρο ξανά και ξανά
το πρωί θα ξυπνήσει θα βρει ένα γράμμα

-Τέλος-

θα κλείσει την πόρτα και τα βήματα θα σέρνονται σαν να 'ταν τελευταία,
μη φοβάσαι θα ακουστεί κάπου μέσα από τις χαραμάδες και τα χαρακώματα,
μη φοβάσαι , μη ξεχάσεις ποτέ είχες τη τύχη να γεννηθείς την ώρα που γκρέμιστηκε το όνειρο και η λέξη ουτοπία έγινε μια ακόμα κυνική απόδειξη ότι τα όνειρα γκρεμίζονται.

Η σκηνή σταμάτησε
κάπου στο πρώτο κάδρο κάηκε το φιλμ
και η ώρα άργησε να ρθει.

Ποιος θα ανάψει το φως τώρα;
Τώρα που τα βεγγαλικά θα γράψουν την τελευταία νύχτα μιας ημέρας ανήλιας και ξένης.

Τώρα ακονίζεις τις λάμες και βάφεις πυροβόλα,
μα τα χέρια τι κι αν μπλέκονται μέσα στο ψέμα και στην αλήθεια
τίποτα δεν μένει πίσω να θυμήσει πως υπήρξαν, σε λίγο όλα θα είναι ένα χθες χωμένο βαθιά μέσα στη γη.

Μετά από πολλά γιατί κάποιο βλέμμα θα το ξεθάψει
τυφλοί θα το λατρέψουν και πάλι χέρια θα 'ναι εκεί να το ψιλαφίσουν και μέσα του να βρουν ξανά τα παλιά πατήματα
για νέες σελίδες, για νέες νίκες, για νέες ριπές
κι έτσι θα καίγεται μέσα στα χέρια των ανθρώπων το αύριο,
ένα ανυπέρβλητο χθές.



16.3.10

το παιχνίδι




κάτω από τη σιωπή στις πιο ξένες λέξεις
βλέπεις την άρνηση να σου δίνει το χέρι
δίπλα στα γρανάζια στους καπνισμένους τοίχους
χαράσεται ο δρόμος καθώς ματώνει το μαχαίρι

το φως στο κουρασμένο βλέμμα σου να σπάει
και είσαι μπροστά σε μια στροφή ακόμα
για μια αδιέξοδη κραυγή μα είσαι μόνος τελικά
με μια άβυσσο στερνή στου φύγε σου το γιόμα

μείνε για λίγο σιωπηλός αμέτοχος μικρός
κάνε το είδωλο να κλάψει κι είσαι στην αρχή
με όσους άντεξαν να παίζουν το παιχνίδι
μιας τελευταίας παράστασης την ύστατη στιγμή







12.3.10

010




Λ
ιόγερμα γης πικρής που έθρεψες όνειρα, έγυρες και τα μάτια σου ήλιε πάγωσαν τα κλαδιά σε τούτη τη γκρεμισμένη συμφωνία. Πως ν' αντέξει η αγάπη, πως ν' ανθήσει το πρωί σ' ένα μπαλκόνι μόνο; Σπασμένο κάδρο κάποιας ξεχασμένης σκηνής, τοίχοι που στάζουν πάλι λόγια και στάχτες. Πέρασε και μετά τίποτα, λοβοτομές σ'αθόρυβο πέταγμα. Κι η καύτρα καίει ακόμα, τι βλέπεις; Κι όμως τα μάτια ένα γίνονται με τον μπαλτά του χασάπη. Το θήτα κόπηκε στη μέση αίμα βαθύ καυτό κι η καύτρα κατέβηκε πιο κάτω. Χέρια δεν είχε πια πως να ψελλίσει τώρα ελευθερία; Και σεις γιατί δεν μιλάτε; Ίσως πάει καιρός από τότε που έπαψαν οι έμποροι να πουλούν χέρια. Τώρα οι πάγκοι γέμισαν με γλώσσες.