31.3.20

οι αγκαλιές δεν ορίζονται, 
βιώνονται μακριά από την κοινωνία των αριθμών

δεν θα επανεφεύρουμε την ανθρωπιά
θα την βρούμε ξανά εκεί που τη χάσαμε
κάτω από άροτρα "αναγκών" που φορέσαμε εσχάτως  
ή μέσα σε πατητήρια συνειδήσεων 
παρέα με άλλα κατακάθια 

περίμενε λίγο

κυνηγητό μες στους δρόμους
γραμμένοι στίχοι στις σόλες 
μαντραπήδα και μπάλα
ως αργά γηπεδάκι 
τα φώτα έχουν σβήσει
κυλάει ο ιδρώτας
ακόμα δύο σουτάκια

νύχτα 
σε προαύλιο σχολείου
περιπτερόμπυρα
Αύγουστος, 
αύριο πάλι τα ίδια

BMX Καλογρέζα - Γαλάτσι
τα μπράτσα λάμπουν στον ήλιο
MTN στην τσάντα 
στο Ηράκλειο ένα βράδυ

15 χρόνια μετά 
είσαι ακόμα εκεί
περπατάω αργά
κοιτάζω τον τοίχο
αύριο πάλι δουλειά
τώρα ώρα για ύπνο

αύριο έχω να βάλω βενζίνη
να πληρώσω τη δόση
ίσως φάω στο σπίτι
μία μπύρα το Σάββατο
ό,τι έχει απομείνει
δεν μπορώ ν' ανασάνω
περίμενε λίγο

30.3.20

χωρίς πυξίδα

Πεθαίνουμε στις πλατείες κάτω από σημαίακια Ανατολής και Δύσης
Πεθαίνουμε σ' αυτό το χώμα που δεν αγαπήσαμε ακόμα
Με προθυμία στα λόγια μα στις πράξεις μόνο κοπετοί

Πεθαίνουμε αδερφέ γιατί αδερφό μου δεν σ' ένιωσα ποτέ
Πεθαίνουμε περιμένοντας Μεσσίες
Ανάμεσα στ' άροτρα των αναγκών και στα πατητήρια των συνειδήσεων
Μέσα από μια γλώσσα που μισούμε
Χαμένοι 
Και κάτι που αγαπήσαμε να ρίξουν μες στα σάβανα δεν θα χουν πια να βρουν

Έρμοι πάντα έρημοι θα βρίσκουμε το δρόμο αδερφέ
Σκάψε το χώμα που πατάς και θα βρείς τα υλικά 
Αυτό το χώμα το πότισε και το ποτίζει ήλιος και αίμα
Σκάψε το χώμα θεμέλια να χτίσουμε ξανά.

Το αμορτισέρ

Τραγουδάκια σε πλατείες και σε δρόμους
"Επανάσταση" απ' τον καναπέ σε συναυλίες
Πόσοι είναι ζωντανοί για άλλους τόπους
Πόσοι αντέχουν στου αγνώστου τις φοβίες

Τα "αμορτισέρ" και πάλι στις επάλξεις
Μια ζωή στο πόσα παίρνεις πόσα δίνεις
Πόσα ακόμα πρέπει μέσα σου να κάψεις
αν θες ελεύθερος άνθρωπος να γίνεις

Το ψέμα παζαρεύεται με ύστατες ελπίδες
Εκ του άμβωνος ποιμένες να σε οδηγούν
σε σφαγή, μα εσυ φοράς τις παρωπίδες
θα σε σώσουν λες ενώ μια ζωή σ' απομυζούν

Τα δυο σου χέρια είναι ότι έχεις
Μια κραυγή είναι μόνο η αρχή
Η ζωή είναι εκεί αρκεί να μην απέχεις
Ψηλά το κεφάλι και καμία υποταγή.

26.3.20

δεν ειναι η απελπισία
ουτε τ' αγνώστου η φοβία
ούτε των drones η περιπολία
ούτε του "τι μας περιμένει" η βία

είναι η φρίκη να μετράς την απώλεια
ένα ξενύχτι μηνών που ξεκίνησε ένα απόγευμα

22.3.20

Ο θάνατος μας έγινε συνήθεια
Δεν μετράμε πλέον τους νεκρούς
Η ζωή υπακούει πνέοντας τα λοίσθια
Διέξοδος καμία προς τους ουρανούς

Μόνο η κατανάλωση πλέον επιτρέπεται
και κάποιες ώρες για μονήρη προαυλισμό
Βραχιόλι στο πόδι δίχως μπάλα να κρέμεται
Απ' τα μεγάφωνα παίζει μόνο εκφοβισμό

19.2.20

οι σπόντες δεν μετράνε


Στο σχολείο πιο πάνω μυρίζω χασίς
Στο πεζοδρόμιο κοιμάται ένας ακόμα ασθενής
Λίγο πιο κάτω μια κυρία ταϊζει μια γάτα
Κι εγώ κοιμάμαι με το άγχος πως θα βγούνε τα φράγκα
Απ'το πρωί στη γύρα για μια γύρα καλή
Να ρεφάρω θέλω σ' αυτό που λένε ζωή
Τι πληγή κι αυτή ανοιχτή κάθε μέρα
Πως περνάω με ρωτάς, σου απαντάω "αέρα"
Είναι ωραία η γεύση της ηρεμίας
Η σιωπή μετά το τέλος μιας τρικυμίας
Η αγκαλιά του κενού στο βυθό μιας ταράτσας
Μία μπάλα κί ενα τέρμα στην άκρη μιας αλάνας

17.2.20

Σεμινάριο για ποιητές #5

Οι φίλοι μου: ένα κακό χαρτί και ένα στιλό τελειωμένο
μία λάμπα καμμένη και ένα κερί μισολιωμένο* 
η ποίηση θέλει ατμόσφαιρα, ένα παράλληλο εισόδημα
και κανά δυο έρωτες να μην τους πέρασες ανώδυνα

Η αλήθεια είναι σκληρή (σου φεύγει το κακό)
τόσο σκληρή όσο οι Wu, όσο ένα στομάχι νυστικό
η ρίμα δεν είναι για χρήμα, είναι για το φλόου
μακρυά απ΄τα κουμπιά, δεν υπάρχουν UFO** 

Η ψυχούλα σου δεν είναι σκεύος μαγειρικής
θέλει μέτρο να κολλήσεις για να γίνεις ποιητής
θέλει το ψυστήρι της η φάση, χρόνια πάνω απ' το χαρτί
και κασέρι να μην παίζει ε ας παίξει φέτα. 


*(έχει τελειώσει ο αναπτύρας και δεν ξέρω πως να το ανάψω πάλι)
**(ούτε πολιτείες που κυλούν κάτω απ' το δέρμα σου)

15.2.20

24/7

Λέω που πάει; 
μα δεν πάει παρακάτω
Λέω κυλλάει
μ' αυτή έχει πιάσει τον πάτο
Είναι η ώρα
Που ουρλιάζει πάλι από μέσα
και το κεφάλι μου σπάει
σαν να ήταν σε πρέσσα

Μία και δέκα 
Και το μάτι μου άδειο
Αιωρούμαι 
πάλι πάνω από βάλτο

Γλυστράω και πέφτω 
Ανοιγοκλείνω τα μάτια
Στην όθονη μου πάλι
όλα είναι κομμάτια

Κι εγώ θυμάμαι 
πως είναι να φεύγεις
δίχως να έχεις 
έναν νου που χτυπάει
Απ' το πρωί ως το βράδυ
ένα μόνιμο άγχος 
να σε τυραννάει  

Πως είναι να έχεις μια δουλειά
ένα σπίτι και μία γυναίκα
έναν ήλιο το πρωί 
και το βράδυ μία κουβέντα
Μια αγκαλιά κι ένα ήρεμο χάδι
Να βρίσκεσαι για λίγο 
σε μια ήσυχη πλάνη

9.2.20

Έτσι απλά

Tα σπάει, πέφτει και μαθαίνει
Απ' του ονείρου του την άκρη
Μέσα στο ίδιο του το δάκρυ
Ζει, ανασαίνει κι επιμένει

Της λέει "φεύγω", τον φιλάει
Έτσι απλά αλλάζει κέντρο
Δεν υπομένει σαν το δέντρο
Αυτός μια πέτρα που κυλάει

Κυλά και πέφτει σε χαράδρες
Βαθαίνει έτσι την πνοή του
Για ν' ακούγεται η φωνή του
Τόσες χιλιάδες κάτω γιάρδες

Ανασυντάσσεται, ηρεμεί
Ασκείται στην ακινησία
Απολαμβάνει την ουσία
Ενός ονείρου που εκκρεμεί